ΚΕΙΜΕΝΟ ΓΙΑ ΤΟ ΕΚΔΙΚΗΤΙΚΟ – ΑΝΤΙΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ 22/4/2020

Η υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, Νίκη Κεραμέως, κατέθεσε, στις 22/4, σε δημόσια διαβούλευση, το πολυσυζητημένο νομοσχέδιο για την παιδεία, το οποίο περιέχει σαρωτικές αλλαγές σε όλους τους κλάδους και βαθμίδες της εκπαίδευσης. «Επιβεβλημένες από τις σύγχρονες απαιτήσεις οι αλλαγές στην Παιδεία», αναφέρει η υπουργός σε πρόσφατη συνέντευξή της. Φυσικά όλοι/ες μας αντιλαμβανόμαστε πως οι απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται δεν είναι άλλες από τις απολύσεις εργαζομένων, την όξυνση της ταξικής ανισότητας, την απόρριψη της κοινωνικής βάσης από τις σπουδές και την παγιοποίηση της υπεροχής της ιδιωτικής εκπαίδευσης, που αφετηρία της ήταν ο νόμος Κεραμέως, ψηφισμένος πριν μερικούς μήνες. Ας δούμε όμως τα σημεία του νομοσχεδίου που καταδεικνύουν τους ισχυρισμούς μας.

Όσον αφορά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και συγκεκριμένα το Λύκειο, γίνεται αναφορά στην επαναφορά της «Τράπεζας Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας», θεσμός που ψηφίστηκε και εφαρμόστηκε τη χρονιά 2013-2014 και η εμπειρία εφαρμογής του έδειξε αύξηση των μετεξεταστέων κατά 40%. Η δυσκολία της προαγωγής στην επόμενη τάξη, θα αναγκάσει πολλές οικογένειες να καταφύγουν σε φροντιστηριακά μαθήματα, το οποίο οδηγεί σε ένα αδιέξοδο για την κοινωνική βάση εξαιτίας της φτώχειας και της εξαθλίωσης που ήδη βιώνουν τα πληβειακά στρώματα. Επιπλέον σε συνδυασμό με την αύξηση των γραπτώς εξεταζόμενων μαθημάτων εντείνεται ο εξετασιοκεντρικός χαρακτήρας του Λυκείου, ενώ για την προαγωγή και απόλυση των μαθητών, ο γενικός μέσος όρος επαναφέρεται στο 10. Το σημαντικότερο όλων, σε βάθος τριετίας, είναι η εξαγγελία μείωσης των εισακτέων σε πολύ μεγάλο ποσοστό που θα υλοποιηθεί με την υιοθέτηση των προτάσεων των Πανεπιστήμιων και τη διπλή βάση εισαγωγής: το 10 του κράτους και την μεγαλύτερη βάση που θα ορίζει η κάθε σχολή.

Τόσο στο Γυμνάσιο όσο και στο Λύκειο διεκπεραιώνεται η εντατικοποίηση των σπουδών και η μηχανοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, αφού -από όσο φαίνεται- δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα στην «αριστεία» παρά στην ίδια τη μάθηση. Αυτό προκύπτει αφού προτείνονται επιπλέον εξετάσεις σε μαθήματα είτε με τη μορφή ωριαίας γραπτής εξέτασης είτε -σε ορισμένα μαθήματα- με τη μορφή -μικρής σε έκταση- συνθετικής εργασίας. Παράλληλα, στις προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις αυξάνεται ο αριθμός των εξεταζόμενων μαθημάτων από 4 σε 7 και -εκτός των άλλων- προβλέπεται πως αν κάποιος μαθητής γράψει κάτω από τη βάση (10) σε 4 μαθήματα, δεν έχει δικαίωμα επανεξέτασης και χάνει τη χρονιά του.

Όσον αφορά τα ημερήσια ΕΠΑΛ, θεσμοθετείται το ηλικιακό όριο εγγραφής και μετεγγραφής στα 17 χρόνια. Αυτό το παράλογο μέτρο είτε βάζει πολύ μεγάλα εμπόδια είτε αποκλείει πλήρως περίπου το 40% των μαθητών των Επαγγελματικών Λυκείων. Ο αποκλεισμός αυτός σημαίνει μεγάλη αναδιάταξη του τοπίου σε τομείς και ειδικότητες, διευκόλυνση καταργήσεων τμημάτων, τομέων και ειδικοτήτων ακόμη και σχολείων και κατ’ επέκταση ευνοϊκές συνθήκες για στροφή προς την ιδιωτική εκπαίδευση. Αυτό πρόκειται να δημιουργήσει μαζικές υπεραριθμίες εκπαιδευτικών, με αποτέλεσμα μάλλον στην καλύτερη την μετάθεση τους, ενώ στην χειρότερη (και την πιο λογική για το κράτος) την απόλυση τους.

Στο όνομα της ασφάλειας και της αντιμετώπισης του «σχολικού εκφοβισμού», η κυβέρνηση προχωράει στην εφαρμογή εσωτερικού κανονισμού των σχολικών μονάδων και στην αυστηροποίηση των ποινών (επαναφορά τριήμερης και πενθήμερης αποβολής). Προφανώς δεν επιδιώκουν την πραγματική ασφάλεια των μαθητών, αλλά επιχειρούν να ποινικοποιήσουν τις αντιδράσεις και τις εξεγέρσεις που μπορεί να γεννηθούν στα σχολεία λόγω της αντικοινωνικής πολιτικής του κράτους. Πορείες και καταλήψεις θα εντάσσονται στην γκάμα της μαθητικής παραβατικότητας, μιας και παρεμποδίζουν την «εύρυθμη λειτουργία» του σχολείου. Μαζί με την επαναφορά της διαγωγής, οι εξουσιαστές καταφέρνουν να επιβάλλουν ένα κλίμα ελέγχου και υποταγής, σε οποιοδήποτε μαθητή τολμήσει να σηκώσει ανάστημα. Ο εσωτερικός κανονισμός, όμως, δεν σταματάει μόνο στους μαθητές αλλά καταπιάνεται και από όλο το σχολικό συμβούλιο. Ο κανονισμός αυτός θα εγκρίνεται από τον αρμόδιο Συντονιστή και τον Διευθυντή εκπαίδευσης. Επομένως, αποτελεί άλλο ένα μέτρο στην εκπαίδευση που ενισχύει τον ασφυκτικό κρατικό έλεγχο σε όλες τις πτυχές της σχολικής ζωής.

Τα μέτρα σε ΑΕΙ και ΤΕΙ φέρουν εξίσου ταξικό πρόσημο με αυτά στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η επί πληρωμή προπτυχιακές σπουδές αρχίζουν να γίνονται πλέον ένα πάγιο καθεστώς. Η θεσμοθέτηση θερινών προγραμμάτων σύντομης διάρκειας στα ΑΕΙ και μονών και διπλών ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών, που θα διεκπεραιώνονται με τη συνεργασία ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων) -επί πληρωμή πάντα- αναδεικνύουν την ταξικότητα στην οποία αναφερόμαστε. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η απόφαση για τις μετεγγραφές όπου οριοθετείται η  δυνατότητα μετεγγραφής σε τμήματα με όριο τα 2750 μόρια απόκλισης.

Ο κλάδος των εκπαιδευτικών έχει και αυτός την τιμητική του στο νομοσχέδιο με μια σειρά από αντεργατικά μέτρα που αφορούν κυρίως την αξιολόγησή τους. Πιο συγκεκριμένα αφού γίνει πρώτα η αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων τον Σεπτέμβριο του 2020, με απώτερο σκοπό τη συγχώνευση αλλά ακόμη ακόμη και το κλείσιμο πολλών σχολείων, ακολουθεί το Σεπτέμβριο του 2021 η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Η αξιολόγηση αυτή στοχεύει στο να υποτάξει τους πειθήνιους εκπαιδευτικούς στο σύστημα που εγκαθιδρύεται και να εντατικοποιήσει την εργασία τους. Εισάγεται η αρνητική βαθμολόγηση στο σύστημα αξιολόγησης όπου δε θα ξαφνιαστούμε αν εντοπίσουμε στις συγκεκριμένες λίστες εκπαιδευτικούς/ες με συνδικαλιστική και απεργιακή δράση.

Το νομοσχέδιο δεν αφορά μόνο την εκπαίδευση, αλλά όλη την κοινωνική και ταξική βάση μιας και από ότι καταλαβαίνουμε αποτελεί ένα κομμάτι του παζλ σε μια ευρύτερη κοινωνική και ανθρωπιστική κρίση που συνεχίζει να γεννά κράτος με κεφάλαιο. Η τακτική του κράτους να επιχειρήσει να περάσει ένα σχέδιο νόμου τέτοιου χαρακτήρα εν μέσω μιας πρωτόγνωρης κατάστασης που βιώνουμε όλοι/ες μας, σε μια περίοδο όπου η κινηματική απάντηση του πανεκπαιδευτικού χώρου παρουσιάζει τόσα εμπόδια, δε μας εκπλήσσει – μας πεισμώνει. Μια παγιωμένη τακτική, η οποία ξεκινάει από το περασμένο καλοκαίρι με την κατάργηση του ασύλου, επιβεβαιώνοντας τον αντικοινωνικό ρόλο του κράτους και της κυβέρνησης. Για αυτό κι εμείς, ως αναρχικοί/ές φοιτητές/τριες, οφείλουμε να υψώσουμε τα κατάλληλα αναχώματα για μια οργανωμένη ταξική αντεπίθεση από τα κάτω, προς τους ισχυρούς μέσα σε μια συνθήκη παγκόσμιας κρίσης. Έχοντας ως κύριο γνώμονα την κοινωνική ευθύνη, την αλληλοπροστασία και την ταξική αλληλεγγύη, να περάσουμε στην επομένη μέρα, ακόμη πιο δυνατοί και να δημιουργήσουμε τις συνθήκες για ένα πανεκπαιδευτικό κίνημα από τα κάτω, όπου θα αγκαλιαστεί με τα υπόλοιπα ταξικά και κοινωνικά κινήματα και θα οδεύσει προς το γκρέμισμα του εξουσιαστικού, και γεμάτο δηλητήριο για την ανθρωπότητα, κόσμου. Στο δρόμο, λοιπόν, για το χτίσιμο ενός νέου κόσμου ισότητας, αλληλοσεβασμού, αλληλεγγύης. Στο δρόμο για την ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΤΑΣΗ!

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΑΝΤΙΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ, ΕΣΤΙΕΣ ΑΓΩΝΑ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ      ΟΙ ΣΧΟΛΕΣ

ΑΓΩΝΑΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ, ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ

 

 

                                                                                                                                      Αναρχική Συνέλευση Φοιτητών/τριών «Quieta Movere»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *